Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

νέα από την HOPSCOTCH RECORDS

Η Hopscotch Records ιδρύθηκε το 1999 από τον Ισραηλινό, αλλά κάτοικο Νέας Υόρκης, τενόρο σαξοφωνίστα και μπάσο κλαρινετίστα Assif Tsahar. Με περισσότερα από 50 CD όλα αυτά τα χρόνια, η Hopscotch είναι μία από τις εταιρείες που επιμένουν να στήνουν το δικό τους improv σκηνικό, παρακολουθώντας στενά «υπόγειες» jazz διαδρομές – από ’κείνες που αναπτύσσονται στα κλαμπ βασικά, πριν επεκταθούν και προς την δισκογραφία.
Ένα από τα πιο πρόσφατα άλμπουμ της Hopscotch έχει τίτλοCode Re(A)d [HOP 48, 2014] και υπογράφεται από τους Mark Dresser κοντραμπάσο, Gerry Hemingway ντραμς, κρουστά και Assif Tsahar τενόρο, μπάσο κλαρίνο. Μάλιστα, για τον μπασίστα Dresser είχα γράψει πριν λίγο καιρό (10/10/2013) καταγράφοντας το άλμπουμ του “Nourishments” [Clean Feed/ Trem Azul] ως ένα από τα τζαζ-ωραιότερα της προηγούμενης χρονιάς. Στο “Code Re(A)d” δεν συναντάμε, λοιπόν, μόνο τον Dresser, αλλά ακόμη τον Gerry Hemingway, έναν ντράμερ με μεγάλη «ελεύθερη» διαδρομή (εγγραφές δίπλα στους Leo Smith, Anthony Braxton, Ray Anderson, Oliver Lake, Don Byron, Cecil Taylor και άλλους, όπως διαβάζω στην Wikipedia) και βεβαίως τον Assif Tsahar, που, και αυτός, έχει εμφανιστεί με κόσμο και κοσμάκη από την δεκαετία του ’90 μέχρι σήμερα.
Το “Code Re(A)d” είναι ζωντανά ηχογραφημένο τον Μάιο του 2011 στο κλαμπ Levontin 7, στο Tel-Aviv, και «πιάνει» τους τρεις μουσικούς σ’ ένα πολύ πυκνό (σχεδόν 70λεπτο) σετ, το οποίον ακούγεται στ’ αυτιά μου εντελώς αυτοσχεδιαστικό και αυθόρμητο. Φυσικά, από μουσικούς που έχουν φάει το improv με το κουτάλι (οι Hemingway και Dresser εμφανίζονται μαζί για περισσότερο από 20 χρόνια) οι έννοιες «αυθόρμητο» και «ελεύθερο» αποκτούν πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, αφού νοηματοδοτούνται, βασικά, μέσω των κωδίκων επικοινωνίας που έχουν αναπτύξει στο παρελθόν οι παίκτες-συνεργάτες. Κι εδώ, στην περίπτωση των τριών, οι συγκεκριμένοι κώδικες σχετίζονται κυρίως με την λειτουργία του ρυθμικού τμήματος (μπάσο/ντραμς οι Dresser/Hemingway για να μην ξεχνιόμαστε), που καθορίζει στον απόλυτο βαθμό όλα τα επίπεδα της επικοινωνίας. Πάνω, λοιπόν, σ’ ένα πολυμεταβλητό ρυθμικό background τα πνευστά του Tsahar είναι εκείνα που θα διασκορπίσουν «μνήμες», οι οποίες αφορούν τόσο στην μουσική της πατρίδας του (ιδίως όταν χρησιμοποιείται το μπάσο κλαρίνο), όσο και στις… πιο σύγχρονες ή και… απλώς σύγχρονες free form τάσεις. Τέλος, το γεγονός πως το “Code Re(A)d” είναι ζωντανά ηχογραφημένο, κατακρατεί, περαιτέρω, και το μέγιστο της επικοινωνίας ανάμεσα στο ακροατήριο και τους παίκτες· κάτι, το οποίον διαμορφώνει την οριστική «εικόνα» του ακροάματος.
Πάλι με την συνδρομή του Levontin 7, πάλι ο Assif Tsahar και πάλι μία πολύ δυνατή ηχογράφηση από τον κατάλογο της Hopscotch Records. ΣτοLipsomuch/ Soul Searchin’” [Hopscotch HOP 51, 2014] των Digital Primitives αναφέρομαι, ένα διπλό CD, που πραγματοποιείται με την συμβολή των Chad Taylor ντραμς, Cooper-Moore άταστο μπάντζο, diddley bo (μονόχορδο όργανο με πέραση στο blues), twinger (μονόχορδο μπάσο), mouth bow (μουσικό τόξο που συγκρατείται με το στόμα) και Assif Tsahar τενόρο, μπάσο κλαρίνο, m'bira. Οι τρεις μουσικοί, ως Digital Primitives, παρουσιάζουν ένα σετ, που επεκτείνεται στα δύο CD βασικά λόγω διάρκειας και όχι γιατί το ένα είναι «έτσι» και το άλλο «αλλιώς». Αν και οι προφανείς αναφορές του γκρουπ είναι η jazz και το rock, στην πραγματικότητα στα κομμάτια των Digital Primitives στριμώχνονται στοιχεία από εντελώς διαφορετικές αισθητικές περιοχές, επιλεγμένα με στόχο (και) τον ουσιαστικό εντυπωσιασμό. Τα παράξενα όργανα που χειρίζεται ο Cooper-Moore τονίζουν αυτήν την… βεβαιότητα, οι δε συνηχήσεις τους με τα πνευστά του Tsahar δημιουργούν… αλλοπρόσαλλα ακουστικά σκηνικά, εκεί όπου στοιχεία ενός ηχητικού πρωτογονισμού συνυπάρχουν με περισσότερο σύγχρονες και δημοφιλείς καταστάσεις. Έτσι, και καθώς κυλά το “Lipsomuch”, το funk του “Beastit”, παραχωρεί την θέση του στην… ψυχεδελική “India”, κι εκείνη με την σειρά της στο blues Eye perceives”. Οι ηχητικές ανατροπές, που είναι συνεχείς, ενσωματώνουν μνήμες από «μουσικές του κόσμου» ανάμεσα στα… ελαστικά μελωδικά patterns, την ώρα που το πείραμα (“Flat footing”) εκτοξεύει το ακροαματικό ενδιαφέρον στα ύψη. Αλλά και στην περίπτωση του “Soul Searchin’” τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά. Το αρχικό “Grassblade” διατηρεί καθ’ όλη την διάρκειά του μία «φάνκικη» ορμή, με το “Olblu” που ακολουθεί να κινείται σε περισσότερο ελεγειακά μονοπάτια, ανακατεύοντας folk και jazz στοιχεία. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ορισμένες φορές οι μουσικές των Digital Primitives είναι «τοποθετημένες» μέσα σε freaky περιβάλλοντα, φέρνοντας στη μνήμη τινές εγγραφές των Holy Modal Rounders από την περίοδό τους στην Rounder (πρώτο μισό των seventies). Γενικώς, δεν είναι εύκολο να περιγράψεις τη μουσική αυτού του γκρουπ, που επιβάλλεται διαρκώς (η μουσική) μέσα από την αφαίρεσή της, αλλά συγχρόνως και από την μόνιμη ταύτισή της με το λαϊκό και το αυθόρμητο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου